χθες

χθες
χθές, ΝΜΑ, και χτες και εχθές και εχτές Ν, και ἐχθές ΜΑ
επίρρ. την αμέσως προηγούμενη ημέρα, συνήθως σε αντιδιαστολή προς το σήμερα και το αύριο (α. «τελικά, έφυγε χθες» β. «κατέβην χθὲς εἰς Πειραιᾱ», Πλάτ.)
νεοελλ.
1. συνεκδ. στο κοντινό παρελθόν («χθες ακόμη ήταν παιδί»)
2. (με άρθρ ουδ. ως ουσ.) το χθες
το παρελθόν («ξέχνα το χθες»)
3. φρ. «χθες, προχθές» — πριν από λίγες ημέρες
αρχ.
(με αρθρ. ως επίθ.) ὁ, ἡ, τὸ χθες
ο χθεσινός («τῶν χθὲς λόγων», Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Επίρρ. τής Ινδοευρωπαϊκής το οποίο εμφανίζει ποικιλία μορφών στις διάφορες γλώσσες (πρβλ. αρχ. ινδ. hyah, λατ. heri, αρχ. άνω γερμ. ges-taron, αρχ. ιρλνδ. [in]-de), γεγονός που δυσχεραίνει τον καθορισμό ενός αρχικού τ. που να μπορεί να ερμηνεύσει όλους τους τ. αυτούς. Από νεώτερους μελετητές έχει γίνει προσπάθεια να αναχθούν οι λ. αυτές σε έναν αρχικό τ. *gzhey-, από τον οποίο, με διάφορες απλοποιήσεις τού αρκτικού συμπλέγματος, προήλθαν οι μορφές αυτές: το ελλ. χθές από τ. *gzhes, το αρχ. ινδ. hyah από *ghyes (βλ. και λ. σερός), το λατ. her-i και το αρχ. άνω γερμ. ges-taron από *ghes-. Ειδικότερα για τον ελλ. τ. χθές, με το δυσερμήνευτο αρκτικό χθ-, έχουν διατυπωθεί και άλλες απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη από αυτές, ο τ. χθές ανάγεται σε τ. *gh(i)-dyes ή *gh(e)-dyes, σύνθ. με α΄ συνθετικό έναν τ. δεικτικού και β' συνθετικό προερχόμενο από την ΙΕ ρίζα με σημ. «ημέρα». Κατ' άλλους, ο τ. χθές έχει προέλθει από τ. *dhghes- με μετάθεση τών αρκτικών συμφώνων (βλ. και λ. χθων), από όπου μπορεί να δικαιολογηθεί και το λατ. heri (με απλοποίηση τού συμπλέγματος), αλλά όχι και το αρχ. ινδ. hyah (< *ghy-es). Δυσερμήνευτος παραμένει, επίσης, και ο φωνηεντισμός -ι- τών τ. χθιζά, χθιζός κ.λπ., ο οποίος, κατά μία άποψη, έχει προέλθει από συστολή τού φωνήεντος -ε-, ενώ, κατ' άλλη —ελάχιστα πιθανή— άποψη, από τη μηδενισμένη βαθμίδα τής ΙΕ κατάλ. τού συγκριτικού βαθμού *-yes-. Τέλος, στον παρλλ. τ. -χθές, το ε- αποτελεί προθεματικό στοιχείο, το οποίο εμφανίζεται σε λ. προ συμφωνικών συμπλεγμάτων με δασύ σύμφωνο (πρβλ. -χθύς) ή με κλειστό (πρβλ. -κτῖνος). Στη Νέα Ελληνική, εξάλλου, απαντά και ο τ. χτες, με ανομοίωση τών τριβόμενων φθόγγων [χ] και [θ], πρβλ. φθάνω: φτάνω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • χθες — και χτες και εχτές και εχθές επίρρ. χρον. 1. την προηγούμενη ημέρα, τη χτεσινή ημέρα: Χτες είχαμε γράμμα από την κόρη μας. 2. στο κοντινό παρελθόν: Χθες ακόμη γύριζε στους δρόμους. 3. φρ., «χτες προχτές», πριν από λίγες ημέρες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χθές — NT indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • вьчера — (86) нар. Вчера, накануне сегодняшнего дня: пригласивъ келарѩ въпрашаше ѥго ѿкѹдѹ си сѹть хлѣби. онъ же ѿвѣщева. ˫ако вьчера принесени сѹть. ЖФП XII, 51г; ре(ч) единъ Деревлѩнинъ. азъ видѣх(ъ) ˫ако вчера спехнуша с мосту. и посла ˫арополк(ъ)… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • εψές — και ψες επίρρ. 1. χθες βράδυ, χθες αργά 2. (κατ. επέκτ.) χθες («εψές μού απέθανε ο βοσκός», Σολωμ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. οψέ. Το αρκτικό ε τού τ. αναλογικά προς το εχτές] …   Dictionary of Greek

  • οψές — και εψές και ψες επίρρ. χρον. χθες αργά, χθες το βράδυ. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ὀψέ, με ληκτικό ς, κατά το χθες (βλ. και λ. εψές)] …   Dictionary of Greek

  • σερός — Α (κατά τον Ησύχ.) «χθές. Ἠλεῑοι». [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για ηλειακό τ. τής καθημερινής γλώσσας αντί τού χθές, που ανάγεται σε αμάρτυρο *χyε ρ ός (πρβλ. αρχ. ινδ. hyah «χθες») με ένθημα ρ και κατάλ. ός, πιθ. κατά το νυκτός] …   Dictionary of Greek

  • χθιζά — Α.επίρρ. χθες. [ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. χθιζά, χθιζόν, χθιζός έχουν σχηματιστεί από το επίρρ. χθες, εμφανίζουν, όμως, τον δυσερμήνευτο φωνηεντισμό ι (για προσπάθειες ερμηνείας βλ. λ. χθες), ενώ προβλήματα γεννά και ο καθορισμός τών μεταξύ τους σχέσεων,… …   Dictionary of Greek

  • ĝhði̯es (zero-grade ĝhðis?), reduced to ĝhðes, ĝhi̯es, ĝhes —     ĝhði̯es (zero grade ĝhðis?), reduced to ĝhðes, ĝhi̯es, ĝhes     English meaning: yesterday     Deutsche Übersetzung: “gestern”     Material: O.Ind. hyáḥ “ yesterday “ (ghi̯és), hyastana ḥ “gestrig”, Av. zyō, O.Pers. diya(ka), pers.… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

  • εχτές — (Μ ἐχτές) βλ. χθες. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. χθες] …   Dictionary of Greek

  • χθεσινός — ή, ό / χθεσινός, ή, όν, ΝΜΑ, και χτεσινός Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην προηγούμενη ημέρα, που έγινε ή συνέβη χθες (α. «η χθεσινή γιορτή» β. «τῇ χθεσινῇ τραπέζῃ», Ιωάνν. Χρυσ.) νεοελλ. συνεκδ. πρόσφατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < χθές + κατάλ. ινός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”